Αποτελεσματικότητα 77% διαθέτει, σύμφωνα με τις πρώτες δοκιμές, ένα νέο πειραματικό εμβόλιο κατά της ελονοσίας, με ερευνητές του πανεπιστημίου της Οξφόρδης να δηλώνουν ότι θα μπορούσε να αποτελεί σημαντική τομή στη μάχη κατά της νόσου.

Η ελονοσία προκαλεί τον θάνατο περισσότερων από 400.000 ανθρώπων ετησίως, κυρίως παιδιών στην υποσαχάρια Αφρική. Ωστόσο, παρά τα αρκετά εμβόλια που δοκιμάστηκαν όλα αυτά τα χρόνια, κανένα δεν έχει κριθεί επιτυχημένο.

Κατά τους ερευνητές και όπως αναφέρει το BBC, το νέο εμβόλιο θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στη δημόσια υγεία. Στο πλαίσιο δοκιμής σε 450 παιδιά στη Μπουρκίνα Φάσο, το εμβόλιο διαπιστώθηκε ότι είναι ασφαλές και έδειξε «υψηλού επιπέδου αποτελεσματικότητα» επί 12 μήνες.

Πλέον, σχεδιάζεται η διενέργεια δοκιμών μεγαλύτερης εμβέλειας σε σχεδόν 5.000 παιδιά ηλικίας μεταξύ πέντε μηνών και τριών ετών σε τέσσερις αφρικανικές χώρες, προκειμένου να επιβεβαιωθούν τα ευρήματα.

Η ελονοσία προκαλείται από παράσιτα που μεταδίδονται σε ανθρώπους μέσω κουνουπιών. Αν και μπορεί να προληφθεί και να θεραπευτεί, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι υπήρχαν 229 εκατομμύρια περιπτώσεις παγκοσμίως το 2019 και 409.000 θάνατοι.

Η ασθένεια ξεκινά με συμπτώματα όπως πυρετός, πονοκεφάλους και ρίγη και, χωρίς θεραπεία, μπορεί να οδηγήσει γρήγορα ακόμη και στον θάνατο.

«Σημαντικός αντίκτυπος»

Σύμφωνα με τον διευθυντή του Ινστιτούτου Jenner Έιντριαν Χιλ, εκ των συγγραφέων της μελέτης, το εμβόλιο ήταν το πρώτο που πέτυχε τον στόχο του ΠΟΥ για τουλάχιστον 75% αποτελεσματικότητα.

Μέχρι σήμερα, το πιο αποτελεσματικό εμβόλιο κατά της ελονοσίας είχε καταγράψει μόνο 55% αποτελεσματικότητα κατά τη διάρκεια δοκιμών σε παιδιά από την Αφρική.

Οι δοκιμές του εμβολίου κατά της ελονοσίας ξεκίνησαν το 2019, πριν εμφανιστεί ο κορωνοϊός, και η ομάδα της Οξφόρδης ανέπτυξε το εμβόλιο κατά της Covid-19 με βάση την έρευνά της για την ελονοσία, είπε.

Ο καθηγητής Χιλ ανέφερε, σύμφωνα με το BBC, ότι υπάρχουν δύο λόγοι για τους οποίους το εμβόλιο κατά της ελονοσίας χρειάστηκε πολύ περισσότερο χρόνο για να καρποφορήσει: τα χιλιάδες γονίδια της ελονοσίας σε σύγκριση με τα περίπου 10 στον κορωνοϊό, αλλά και το γεγονός ότι απαιτείται πολύ υψηλή ανοσοαπόκριση για την καταπολέμηση της νόσου.

«Αυτή είναι μια πραγματική πρόκληση τεχνικά» είπε και πρόσθεσε πως «η συντριπτική πλειονότητα των εμβολίων δεν έχει λειτουργήσει επειδή είναι πολύ δύσκολο».

Ωστόσο, ο ίδιος εξέφρασε την εκτίμηση ότι τα αποτελέσματα της δοκιμής σημαίνουν πως «το εμβόλιο διαθέτει τη δυνατότητα να έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία εάν λάβει άδεια».

Σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), η ελονοσία ενδημεί σε περισσότερες από 80 χώρες του πλανήτη, κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Η ελονοσία ήταν ενδημική και σε αρκετές χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής έως τα μισά του 20ού αιώνα, εξαλείφθηκε όμως από αυτές, κατόπιν εντατικών προγραμμάτων ελέγχου.

Στην Ελλάδα η νόσος εκριζώθηκε το 1974, μετά από εντατικό και επίπονο πρόγραμμα καταπολέμησης (1946-1960). Έκτοτε καταγράφονται πανελλαδικά ετησίως 20-110 εισαγόμενα κρούσματα ελονοσίας, δηλαδή κρούσματα που προσβλήθηκαν σε χώρα του εξωτερικού.

Επιπρόσθετα, τα τελευταία έτη, από το 2009 και μετά, καταγράφηκαν -σχεδόν κάθε έτος- σε ορισμένες (κυρίως αγροτικές) περιοχές της χώρας κρούσματα P.vivax ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης (σε ασθενείς που δεν ανέφεραν ιστορικό ταξιδιού σε ενδημικές χώρες), κυρίως ως σποραδικά κρούσματα 1ης γενιάς μετάδοσης, αλλά και σε συρροές (ιδίως τα έτη 2011-2012).

*Πηγή είδησης