Γράφει η Μαριάμ Πολυγένη

Μ’ αρέσει ν’ ακούω τους φίλους μου να περιγράφουν τον ιδανικό έρωτα. Τον έρωτα που θα  ήθελαν να βρεθεί στο δρόμο τους «εδώ και τώρα!». Μ’ αρέσει το γεμάτο ενθουσιασμό βλέμμα τους όταν τους παρατηρείς να μιλούν για τα χαρακτηριστικά εκείνου του μοναδικού ή της μοναδικής της καρδιάς τους κι οι έντονες κινήσεις με τα χέρια τους που προσπαθούν να σε πείσουν για τη σιγουριά που έχουν για το ότι όταν το αντικρίσουν αυτό που ψάχνουν, θα το αντιληφθούν αμέσως.

Μέχρι εδώ όλα καλά. Μέχρι το σημείο δηλαδή που δεν έχει έρθει ακόμη η ερώτησή μου. «Σε κάθε σου σχέση το ένιωθες αυτό; Κι αν ναι, γιατί ο ιδανικός δεν ήταν τελικά ιδανικός κι είμαστε εδώ τώρα να μιλάμε πλάι σε ποτήρια γεμάτα από αλκοόλ για το πότε θα τον συναντήσεις;» ρωτώ.

Τις περισσότερες φορές εισπράττω ως απάντηση φράσεις όπως «Κάπως πρέπει να κυλά η ζωή, μέχρι να ‘ρθει εκείνο το συγκλονιστικό» ή «Έμοιαζε έτσι, μετά άλλαξε».  Άλλες πάλι, μου επιστρέφουν την ερώτηση πίσω λέγοντας «Τι θες να μας πεις; Ότι εσύ δεν κάνεις σχέδια για έναν έρωτα που θα ήθελες να ζήσεις; Όλοι κάνουν…».

Όλοι κάνουν, το ομολογώ! Κι εγώ κι εσύ κι είμαι σίγουρη αν ρωτήσω και τη γιαγιά στο ψιλικατζίδικο της γωνίας θα μου απαντήσει κι εκείνη πως κάπως αλλιώς τα περίμενε κι αλλιώς της ήρθαν ή ότι το έζησε τελικά το όνειρό της καλύτερο κι απ’ ό,τι το περίμενε.

Το θέμα με τα σχέδια όμως, είναι πως δεν πρέπει να παραμείνουν σχέδια. Όταν βρεθείς μπροστά σ’ εκείνο που επιθυμείς θα πρέπει να κάνεις αληθινές τις δεσμεύσεις σου ως προς τον εαυτό σου και τους φίλους σου. Ναι, εκείνες που ξεστόμιζες με ενθουσιασμό πως θα ‘ναι οι πράξεις σου όταν βρεθείς απέναντι στον Έναν ή τη Μία. Εκείνον τον άνθρωπο που θ’ αντιλαμβανόσουν αμέσως.

Εκείνον τον άνθρωπο που ήρθε, είναι όπως τον φαντάζεσαι (ίσως στην πορεία διαπίστωνες κι ακόμη καλύτερος) αλλά τελικά κι εσύ κι εγώ κωλώνουμε να τον αποκαλέσουμε «δικό μας». Κι έτσι… καταλήγει να μη γίνει και ποτέ! Γιατί δε θα παλέψουμε για εκείνον έτσι δεν είναι; Θα πάμε ζωσμένοι με άμυνες κι όχι ζωσμένοι με τα δυνατά αισθήματα που μας δημιουργεί. Θα το παίξουμε αδιάφοροι και το «καίγομαι» θα το λέμε μόνο στο μαξιλάρι μας κάθε βράδυ αλλά ποτέ σ’ εκείνον.

Και κάπου εκεί, εγώ η φίλη σου, θα σε παρατηρώ που καίγεσαι και θα σου θυμώνω πολύ και θα σου κάνω κι άλλες ερωτήσεις ενώ μέσα μου θα έχω ήδη τις απαντήσεις. Γιατί κάθε φίλος τα χώνει μ’ ευκολία στον άλλον, αλλά δυσκολεύεται να κάνει το ίδιο στον εαυτό του. «Γιατί φέρεσαι αδιάφορα; Γιατί δεν του δείχνεις αυτό που εμείς ξέρουμε ότι είσαι και γιατί υψώνεις τα μεγαλύτερα τείχη σ’ εκείνον που επιθυμείς περισσότερο;».

Η μεγαλύτερη παγίδα στις σχέσεις είναι η απάντηση που θα δώσεις. Όποια κι αν είναι αυτή, δε με νοιάζει. Όποια απάντηση θα έρθει να δικαιολογήσει τις άμυνες σου απέναντι στον έρωτα θα είναι άκυρη.  Από την πιο αστεία μέχρι την πιο σοβαρή. Από εκείνο της μοδός το «Θα γκρεμίσω κάθε άμυνα αρκεί να ενδιαφερθεί, να μ’ αγαπήσει» μέχρι το «Αν δε δει πίσω από αυτές, δε μου αξίζει».

Χίλιες δικαιολογίες θα βρούμε για να μην παραδεχθούμε την αλήθεια. Ποια είναι αυτή; Πως αν τύχει και βρουν ανταπόκριση τα αισθήματά μας, μας φοβίζει να ζήσουμε αυτό που ονειρευτήκαμε. Τρέμουμε όλοι μπροστά στους μεγάλους έρωτες. Για διαφορετικό λόγο ο καθένας.

Άλλος για τις μεγάλες αλλαγές που θα φέρει στη ζωή του, άλλος για το χρόνο που θα χρειαστεί να του διαθέσει, άλλος γιατί φοβάται να διαχειριστεί την ένταση των συναισθημάτων κι άλλος γιατί την έζησε στο παρελθόν κι η «αποκατάσταση» πήρε περισσότερο χρόνο απ’ ότι το ειδύλλιο και φοβάται μια ενδεχόμενη συνάντηση με τον πόνο ξανά.

Ίσως γι’ αυτό μας γοητεύουν οι «πανοπλίες» κι οι άμυνες των ανθρώπων. Γιατί μας φοβίζει το «τα δίνω όλα» ενώ δε μας ακούγεται άγνωστο το «δε δίνω ρε». Έχουμε συνηθίσει να μη μας δίνουν, να μας απορρίπτουν, να μας εξετάζουν, να μας επιλέγουν διστακτικά για να δούνε αν τους ταιριάζουμε, ακόμη και να τα «συμφωνούμε» για ηδονή κι απόλαυση. Μας έχουν στοιχειώσει αυτά, τα ξέρουμε. Τα συναντάμε όλο και πιο συχνά. Το «για σένα θα έδινα τα πάντα» είναι που έχουμε καιρό να συναντήσουμε…

Το συναντάμε στα εφηβικά μας χρόνια που η άγνοια για τον πόνο του έρωτα κι η επιπολαιότητα του χαρακτήρα που ακόμη διαμορφώνεται, μας κάνει να το ξεστομίζουμε συχνά ή το συναντάμε όταν είμαστε συναισθηματικά πιο ώριμοι από ποτέ κι έχουμε πια αντιληφθεί πως δε θα έρθει ποτέ η στιγμή κι ο άνθρωπος που θέλουμε για να γκρεμίσει τις άμυνες μας και να μας αγαπήσει γι’ αυτό που είμαστε, αν οι ίδιοι δε δοθούμε ολοκληρωτικά. Δε θα δώσει κανείς τα πάντα για εσένα αν δεν ξέρει τι μορφή έχει το «εσένα». 

Για ν΄αγαπηθούμε δυνατά πρέπει να έχουμε καταστρέψει από πριν κάθε μας άμυνα. Αν θέλουμε βέβαια ν’ αναφωνήσει κάποιος για εμάς «Αυτός/ή είναι!» και να το εννοεί. Κανένας έρωτας δεν μπορεί να διαλύσει τις άμυνες μας αν εμείς δεν είμαστε έτοιμοι να το κάνουμε γι’ αυτόν. Οι άμυνες όμως, μπορούν να καταστρέψουν τα πάντα. Να διαλύσουν κάθε έρωτα. 

Ακόμη κι εκείνους που ίσως να οδηγούσαν σ’ εκείνα τα τρελά σενάρια του ιδανικού έρωτά που μου περιέγραφες εκείνο το βράδυ, με τα μάτια σου να γυαλίζουν και μόνο στη σκέψη του ότι μπορεί στον κόσμο αυτόν να υπάρχει.

Υπάρχει, αλλά για να μπορείς να τον αποκαλέσεις «δικό σου» πρέπει να σ’ έχει επιλέξει από ενέργειες και συμπεριφορές αληθινές, ολοκληρωτικά δικές σου κι όχι ψεύτικες κυριευμένες από φόβους κι ανασφάλειες . Υπάρχει και σε θέλει «γυμνό», αλλά μην το φοβάσαι αυτό. Τον λόγο για να μην το φοβάσαι τον δίνει ο συγγραφέας Γιάννης Αγγουριδάκης στο βιβλίο του «Γυναικεία πόδια σε αντρικά παπούτσια», όπου με μια φράση του ορίζει το «ιδανικό».

«Με τον άνθρωπό σου θα νιώθεις πάντα ολόγυμνος, αλλά δε θα νιώσεις ποτέ κρύο» διάβασα και σταμάτησα εδώ το άρθρο μου. Αρκεί αυτή η φράση και μόνο, για να πετάξω από πάνω μου κάθε «ρούχο» και να φωνάζω «βγάλε τον σκασμό» σε κάθε σκέψη που με κάνει να θέλω να κρυφτώ από εκείνο που μια ζωή ολόκληρη ονειρεύομαι να συναντήσω…