Γράφει η Μαριάμ Πολυγένη

Βρέχει σήμερα κι έχω πιάσει την αγαπημένη μου θέση στο σπίτι. Μ’ ένα ποτήρι κρασί πλάι στο παράθυρο, να παρατηρώ τα άλλα, γειτονικά παράθυρα. Αισιόδοξα μου μοιάζουν. Καθαρά, στολισμένα, με τα λαμπιόνια  ν’ αναβοσβήνουν ρυθμικά, αφού το γιορτινό κλίμα συνεχίζεται.

Είχα πάντα μια εμμονή με τα παράθυρα. Κάθε φορά που γυρνάω σπίτι από ξενύχτι, είτε οδηγώ είτε βρίσκομαι σε ταξί, ο εγκέφαλός μου παγώνει αυτόματα κάθε συνομιλία ή ήχο και μένει συγκεντρωμένος στο να παρατηρεί τα παράθυρα των πολυκατοικιών. Αρκεί ένα μικρό φως ν’ αχνοφαίνεται για ν’ αρχίσω ν’ αναρωτιέμαι.

 Άραγε ο ιδιοκτήτης του σπιτιού να γύρισε κι αυτός από τη βραδινή του έξοδο; Μήπως δεν βγήκε καν γιατί δουλεύει ξημερώματα και μόλις ξύπνησε; Να είναι το φως ανοικτό γιατί τους ξαγρυπνά ένα μωρό ή το «τους» δεν κατοικεί καν σε αυτό το σπίτι κι ο μοναχικός ιδιοκτήτης ξορκίζει τη μοναξιά του μ’ ένα ακόμη επεισόδιο της αγαπημένης του σειράς στο διαδίκτυο;

Σήμερα (η βροχή θα φταίει)  θυμήθηκα κάθε «Σ’ αγαπώ». Κάθε «Σ’ αγαπώ» που άκουσα γιατί τα «Σ’ αγαπώ» που είπα είναι ελάχιστα. Μόλις δύο! Πόσο εγωίστρια έχω υπάρξει σκέφτομαι. Έχω ξεστομίσει με μεγάλη δυσκολία, εκείνη τη λέξη την οποία αναζητά κάθε άνθρωπος ν’ ακούει όλο και συχνότερα. Και μέσα σε αυτούς ήμουν κι εγώ! Πρόσεξες το χρόνο του ρήματος; Ήμουν κι όχι είμαι…

Σ’ αυτόν τον δικό μου διαφορετικό απολογισμό από εκείνους που κάνουν οι άνθρωποι στις αρχές του χρόνου, κατέληξα πως ενώ σε όλα τα πράγματα είμαι πολύ αισιόδοξη (γι’ αυτό και δημιουργός ενός site θετικών ειδήσεων)  τα τελευταία χρόνια απαισιοδοξώ συχνά ως προς τον έρωτα. Τον στήνω απέναντί μου και του τα χώνω συνεχώς. «Πώς είσαι έτσι; Έχεις τα χάλια σου. Πώς επέτρεψες να χάσεις την αίγλη σου;» του λέω. Και σχεδόν σαν να τον ακούω να μου απαντάει «Ξέρεις πόσους ανθρώπους κάνω καθημερινά ευτυχισμένους; Ξέρεις πόσα «Σ’ αγαπώ» έχουν ακούσει επειδή εγώ υπάρχω;». Ξέρω, πως δεν ξέρω. Έχω ακούσει κι εγώ τόσα πολλά επειδή υπάρχεις κι ήταν όλα ψεύτικα. Κι αν όχι ψεύτικα, μικρής διάρκειας.

Μας αγαπούν πολύ οι άνθρωποι, αλλά για λίγο. Αυτή η μάστιγα που συνεχώς γιγαντώνεται. Που έρχονται με ένταση μεγάλη, γεμάτοι όρεξη και λόγια που μας υπόσχονται πως θέλουν να ζήσουν μαζί μας όλο και περισσότερες στιγμές κι ανάβουμε μαζί αυτή τη «φωτιά» σίγουροι κάθε φορά πως αυτή είναι η τελευταία φορά που κάνουμε λάθος επιλογή. Η φωτιά ανάβει και  γίνεται ανεξέλεγκτη. Καίει ό,τι βρει και μαζί της και κάθε όμορφη σκέψη μας για τον έρωτα…

Κουράστηκα να «μ’ αγαπούν πολύ».  Δε θέλω!  Κουράστηκα να είμαι «ό,τι καλύτερο συνάντησαν» κουράστηκα να καταλήγουν στο «λιγότερα καλό» και κουράστηκα ακόμη περισσότερο να με βγάζει κάθε επιλογή μου λάθος. Κι αυτό είναι το χειρότερο. Αν βγει μια επιλογή άλλου λάθος για εσένα, έχεις κάπου να ρίξεις την ευθύνη. Όταν όμως σε βγάζει λάθος εκείνο που τα πάντα μέσα σου επέμεναν πως είναι το «ιδανικό» η συντριβή είναι μεγάλη. Ίσως όχι άδικα. Μας αξίζει η συντριβή…

Μας αξίζει για όλα εκείνα τα «Σ’ αγαπώ πολύ» που ειπώθηκαν και που συνεχίζουμε να πιστεύουμε από την ανάγκη μας να μας αγαπούν δυνατά, παθιασμένα, αθεράπευτα και να μας το βροντοφωνάζουν κινηματογραφικά. Λες κι η αγάπη τα έχει αυτά ανάγκη. Η αγάπη θυμώνει που δεν μπορείς να την αναγνωρίσεις. Κι όσο την αγνοείς σε γράφει κι αυτή στα @@@ της. Και ναι τα έχει! Γιατί  μπορείς να ξεχωρίσεις την αγάπη από τον ενθουσιασμό και τον γιαλαντζί έρωτα, μόνο όταν γνωρίσεις την αγάπη. Και θα την αναγνωρίσεις από αυτό ακριβώς. Έχει @@@. Έχει τα κότσια ν’ αγαπάει χωρίς να πει λέξη, χωρίς εσύ να της πεις ποτέ μια λέξη.

Σου λένε «Σ’ αγαπώ» κάθε μέρα με χίλιους δυο άλλους τρόπους από αυτόν που περιμένεις και δεν τους πιστεύεις. Κι εσύ κι εγώ, αλλιώς τα περιμένεις. Έλα όμως που αλλιώς έρχονται.  Άνθρωποι μας αγαπούν με όλη τους τη δύναμη, δε φεύγουν από δίπλα μας ποτέ κι εμείς θα φτάναμε στην άλλη άκρη για να συναντήσουμε ποιους; Αυτούς που βρίσκονται ήδη δίπλα μας; Ναι, μας αξίζει η συντριβή, μας αξίζει να μας αγαπούν για λίγο. Όσοι μας αγαπούν πολύ, δεν τους αγαπάμε. Δεν τους αγαπάμε γιατί δε μας αγαπούν με τον τρόπο που θέλουμε ή δεν κατέχουν την εικόνα του έρωτα που επιθυμούμε.

«Βλέπεις που δεν φταίω εγώ, αλλά εσύ» θα μου πει ο έρωτας  σε αυτή την αιώνια αντιπαράθεσή μαζί μου και θα του απαντήσω πάλι πως αυτός φταίει.  Γιατί για να ‘ρθει η αγάπη, πρέπει από εκείνον να περάσουμε. Κάθε αγάπη ξεκίνησε από έρωτα κι αυτή θα ‘ναι πάντα η παγίδα μας. Πρέπει να περάσουμε από το παραμύθι, ν’ αντέξουμε στην κατάρρευση της εικόνας των ηρώων του και να καταλήξουμε στην αλήθεια που θα μας οδηγήσει σε αυτό το δυνατό συναίσθημα που λανθασμένα χρησιμοποιούμε κάθε φορά τ’ όνομά του, για να βαπτίσουμε συναισθήματα πρόσκαιρα.

Αν κάτι κάνει καλά η αγάπη, είναι να μπαστακώνεται μέσα μας και να μην έχει βρεθεί ποτέ στον κόσμο αυτό ένας τρόπος να φύγει από εκεί. Αν έφυγε, δεν ήταν αγάπη. Γι’ αυτό κάνε μου μια χάρη φέτος. Το «Σ’ αγαπώ πολύ» μη το ξεστομίσεις ποτέ για κάτι που εξ’ αρχής ξέρεις πως θα κρατήσει λίγο.  Αγάπα με αν θες πολύ, αλλά για πολύ. Τόσο, ώστε το αναμμένο φως από το δικό μας παράθυρο να κρύβει μια όμορφη ιστορία. Τόσο όμορφη που να με κάνει να συμπαθήσω επιτέλους τον πιο δυνατό μου εχθρό. Εκείνον που κλέβει τα εύσημα αντί της αγάπης. Τον έρωτα…