Γράφει η Μελίνα Αγγελάκη
Είναι ν’ αναρωτιέται κανείς πώς καταντήσαμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Ερωτευόμαστε τα κλικ των πληκτρολογίων και προσπερνάμε τα κλικ που μας κάνουν οι άνθρωποι. Κρυβόμαστε πίσω από οθόνες και φτιασιδώματα κι αδιαφορούμε για την ανάγκη της σάρκας μας να νιώσει, ν’ αγκαλιαστεί και να βρεθεί τόσο κοντά σε κάποιον που να μπορεί να τον αγγίξει.
Ουτοπικές σχέσεις, ουτοπικά συναισθήματα, πήραν τη θέση του πραγματικού και του αυθεντικού. Κι ας μην έχουν όλα κάλπικη κατάληξη κι ας υπάρχουν και κάποια που οδηγούν σε κάτι αληθινό, η διαδικασία είναι που δηλώνει αποξένωση, απομόνωση, φόβο κι αναβλητικότητα.
Λίγο η εποχή που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, λίγο εμείς που καταδικαστήκαμε σε μια στασιμότητα λόγω συνθηκών, κάναμε τα πληκτρολόγια προέκταση του χεριού μας και ξεχάσαμε ν’ αναζητάμε και να δίνουμε το χάδι.
Πίσω από μια οθόνη συσσωρεύουμε προσδοκίες, ελπίδες, όνειρα και καμουφλάρουμε ατέλειες, δισταγμούς και συστολές. Μας έγινε ευκολότερο το μήνυμα στο κινητό ή στον υπολογιστή. Ίσως γιατί μας δίνει το χρόνο και το χώρο να επεξεργαστούμε τις σκέψεις και τις λέξεις και την άνεση να είμαστε στο δικό μας περιβάλλον, διατηρώντας ενίοτε την ανωνυμία μας και κατ’ επέκταση την ασφάλειά μας.
Ξεχάσαμε να αναζητάμε συντρόφους κι αρκεστήκαμε σε συνομιλητές. Μια αποδοχή φιλίας κι ένα μπλοκάρισμα, γίνανε τα μέσα, για να δημιουργούμε ή για να τερματίζουμε τις ανθρώπινες σχέσεις. Κι όλα αυτά καλά είναι και συνάδουν με την εξέλιξης της τεχνολογίας και της προσαρμογής της ζωής μας σε αυτή, αλλά ως εκεί!
Δεν γίνεται να ιδρώνουν και να λερώνονται τα πληκτρολόγια και να μένουν ατσαλάκωτα και πεντακάθαρα τα σεντόνια μας. Κάπου το χάσαμε, κάπου το παρερμηνεύσαμε. Γίναμε άτολμοι και αφήσαμε τα όποια ελαττώματά και φοβίες μας να γίνουν κόμπλεξ και να μας κρατάνε κολλημένους σε μια καρέκλα. Επαναπαυτήκαμε. Δώσαμε στη μοναχικότητα υπεραξία και ξεπουλήσαμε την επαφή όσο όσο.
Φυλακίστηκαν τα συναισθήματα στις λέξεις κι εγκλωβιστήκαμε σε άψυχα κουτιά. Κι αν οι συνθήκες της ζωής το απαιτούν για να διευκολυνθούν οι σχέσεις εξ’ αποστάσεως, η καθημερινότητα δηλώνει έλλειψη αμεσότητας στην ανθρώπινη επικοινωνία. Έγινε ο αυνανισμός πρωταγωνιστής και κατάληξε ο έρωτας guest star. Ένας έρωτας που δεν κοστίζει και τίποτα. Ούτε καν ένα ποτό για κέρασμα ή ένα εισιτήριο σε μια παράσταση. Το sexting και το cyber sex, ενώ ξεκίνησαν ως μέσον κατευνασμού της έντονης επιθυμίας που υπήρχε ανάμεσα σε δύο ανθρώπους να συνευρεθούν ερωτικά και για ποικίλους λόγους ήταν αδύνατο, κατέληξαν να θέτουν τα κορμιά στην απομόνωση κρατώντας σε εγρήγορση τις ορμές και προκαλώντας κάλλους στα χέρια.
Κάπως έτσι έγινε τόσο συχνό το φαινόμενο των ανθρώπων που αρχίζουν ερωτικές ιστορίες μέσω του διαδικτύου και μόλις έρχεται η στιγμή να βρεθούν με εκείνον που υποτίθεται ότι -σύμφωνα με τις συνομιλίες τους- είναι το άλλο τους μισό, κάνουν πίσω. Ίσως γιατί είναι πολύ ευκολότερο να συνομιλείς καλυμμένος πίσω από ένα κομμάτι «ηλεκτρονικού καθρέπτη» και να διατηρήσεις το μυστηριώδες προφίλ που ασκεί έλξη, από το να «ξεγυμνωθείς» κοιτώντας τον άλλον στα μάτια, νιώθοντάς τον, μυρίζοντάς τον, αγγίζοντάς τον. Θέλει κότσια που μάλλον κάπου ξεχάστηκαν.
Είναι αυτός ο φόβος της αμοιβαίας ή της μονόπλευρης απόρριψης; Είναι η δυσκολία να αποχωριστείς το συνοδοιπόρο σου σ’ ένα ταξίδι φαντασίας και να περάσετε στην επόμενη φάση όπου όλα αυτά τα λόγια πάθους που έχετε ανταλλάξει, ίσως τελικά πάρουν σάρκα και οστά; Είναι μήπως αυτό το ταλέντο που αποκτήσαμε ξαφνικά όλοι, να γράφουμε «εκθέσεις» και να αποφεύγουμε την έκθεσή μας; Είναι η ανάγκη για επιβεβαίωση μέσα από τη διαδικτυακή επικοινωνία, παίρνοντας όσο το δυνατόν λιγότερα ρίσκα ειδικά στην περίπτωση των παντρεμένων; Είναι που μοιάζουμε στα μάτια των άλλων καλύτεροι εραστές πίσω από μια οθόνη; Είναι ο εθισμός σε όλα αυτά; Είναι η βαρεμάρα, η αποχαύνωση;
Ότι κι αν είναι, χάσαμε λίγο την μπάλα. Κι αυτό το εργαλείο που μας δόθηκε για να μας διευρύνει τους ορίζοντες και για να γίνει πιο άμεση και πιο γρήγορη η πληροφόρησή μας πάνω σε θέματα που μας αφορούν, μεταμορφώθηκε σε προξενήτρα. Κι από τη μία ίσως έκανε καλό σε κάποιους ανθρώπους δίνοντάς τους την ευκαιρία να γνωριστούν με άλλους, από την άλλη όμως ξεφύγαμε από το στάδιο της χρήσης και πήγαμε στην κατάχρηση.
Η αίσθηση της αφής, το χάδι, η αγκαλιά, το φιλί δε γίνεται να αντικατασταθούν από πληκτρολόγια κι οθόνες. Και τι θα γίνει με τα διπλά κρεβάτια και τα άδεια μαξιλάρια; Τι θα γίνει με τόσα κορμιά που μένουν αχάιδευτα κι ανέγγιχτα, ενώ γύρω τους υπάρχουν τόσοι άνθρωποι μόνοι; Μήπως να ξεκουράζαμε λίγο τα δάχτυλα από την πληκτρολόγηση σε ψυχρά αντικείμενα και να τα κουράζαμε γλυκά σκρολάροντας πάνω σε ζεστά κορμιά;