Hello World! Με αυτό το μήνυμα έδωσε σημάδια ζωής το πρώτο δοκιμαστικό chip του ευρωπαϊκού επεξεργαστή, γνωστό με την ονομασία EPAC 1.0, το οποίο εμφανίστηκε στην οθόνη αφού το έθεσαν σε λειτουργία στα τέλη Σεπτεμβρίου ερευνητές του Ινστιτούτου Πληροφορικής στο Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας στο Ηράκλειο Κρήτης. «Παραλάβαμε το τσιπ από το εργοστάσιο κατασκευής στο εξωτερικό και στη συνέχεια το υποβάλαμε σε δοκιμές, αρχικά για να δούμε εάν ανάβει και έπειτα για να “τρέξει” προγράμματα σε ένα υπολογιστικό σύστημα», αναφέρει στην «Κ» ο δρ Βασίλης Παπαευσταθίου, ερευνητής Γ΄ στο Ινστιτούτο Πληροφορικής, Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ), εξηγώντας πως ο ευρωπαϊκός επεξεργαστής αποτελεί ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στην προσπάθειά της να αποκτήσει τεχνολογική κυριαρχία και να απεξαρτηθεί από την εισαγωγή τέτοιων τεχνολογιών από ξένες χώρες.
«Είμαι από τους βασικούς συντελεστές του ΙΤΕ στο έργο και συντονίζω τεχνικές συνεισφορές του ΙΤΕ στον τομέα σχεδίασης υλικού (hardware) αλλά και των πρώτων δοκιμών στο πρώτο chip του έργου», εξηγεί ο ίδιος. Το σημάδι ζωής που έδωσε το EPAC 1.0, που συνιστά το πρώτο αποτέλεσμα από το έργο του ευρωπαϊκού επεξεργαστή, πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο όπου το παγκόσμιο εμπόριο έχει κλονιστεί από την έλλειψη επεξεργαστών, βραχυκυκλώνοντας βιομηχανίες παντού στον κόσμο και στην Ευρώπη. Η έλλειψή τους, απότοκο της πανδημικής κρίσης και της συγκέντρωσης της παραγωγής τους στα χέρια λίγων βιομηχανιών στις ΗΠΑ έχει καταστήσει την κοινοπραξία European Processor Initiative πιο επίκαιρη από ποτέ. Σε αυτή την κοινοπραξία, στην οποία συμμετέχει το ΙΤΕ, έχουν λάβει μέρος 28 εταίροι από 10 χώρες της Ε.Ε., ανάμεσα στους οποίους ερευνητικοί οργανισμοί, πανεπιστήμια αλλά και εταιρείες, όπως η γαλλική Αtos, η BMW κ.ά.
Εκτός από τον ευρωπαϊκό επεξεργαστή, η Ε.Ε. έχει στόχο να αναπτύξει και ένα οικοσύστημα υπερυπολογιστών, τομέας στον οποίο η Ευρώπη επίσης υπολείπεται σε σύγκριση με άλλες χώρες. Όλα αυτά τα έργα βρίσκονται κάτω από την ομπρέλα του EuroHPC, ενός προγράμματος της Ε.Ε. που έχει σκοπό την ανάπτυξη ενός αμιγώς ευρωπαϊκού επεξεργαστή αλλά και ενός οικοσυστήματος υπερυπολογιστών. Το πρόγραμμα έχει διάρκεια 8 έτη (2021-2027) και για την επίτευξη των παραπάνω στόχων έχουν δεσμευτεί 3 δισ. ευρώ από την Κομισιόν, 3 δισ. ευρώ από ευρωπαϊκά κράτη και 900 εκατ. από ιδιώτες.
Όπως εξηγεί ο Γιάννης Παπαευσταθίου, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα ηλεκτρολόγων μηχανικών και μηχανικών ηλεκτρονικών υπολογιστών στο ΑΠΘ, συν-ιδρυτής του τεχνοβλαστού Exascale Performance Systems (Exapsys), προς το παρόν έχουν ξεκινήσει 24 ερευνητικά έργα και οι Έλληνες εταίροι συμμετέχουν στα 9 από αυτά. Εκτός από το ΙΤΕ στο πρόγραμμα συμμετέχουν ενεργά το ΕΜΠ, το Πολυτεχνείο Κρήτης, το ΕΠΙΣΕΥ, το ΑΠΘ, ο Δημόκριτος αλλά και η Exapsys, τεχνοβλαστός του Πολυτεχνείου Κρήτης. Επίσης, έχουν εγκριθεί 3 εμβληματικά έργα-πιλότοι στα οποία επίσης συμμετέχει το ΙΤΕ αλλά και η Exapsys, για τη δημιουργία δύο προηγμένων υπερυπολογιστών (Exascale Supercomputers) οι οποίοι θα μπορούν να εκτελούν πάνω από 1 τρισεκατομμύριο πράξεις στο δευτερόλεπτο, ενώ σε διαδικασία εκκίνησης από το 2022 είναι και η δεύτερη φάση του ευρωπαϊκού επεξεργαστή. Στόχος είναι στο τέλος του 2027 να αναπτυχθεί ένα σύνολο ευρωπαϊκών υπερυπολογιστών που θα έχουν τις ίδιες ή και περισσότερες δυνατότητες από αντίστοιχους των ΗΠΑ, Κίνας και Ιαπωνίας. Επίσης, ο αμιγώς ευρωπαϊκός επεξεργαστής θα ενσωματωθεί τόσο σε αυτούς τους υπερυπολογιστές όσους και σε αυτοκίνητα, τρένα, drones, έξυπνες συσκευές συνδεδεμένες στο Ίντερνετ.
Μεταξύ 33 χωρών, η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις 5 κορυφαίες χώρες σε συμμετοχή στα έργα του EuroHPC, μετά τις Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία, ενώ υπολογίζεται πως στα έργα απασχολούνται περισσότεροι από 100 Ελληνες επιστήμονες. «Η συμμετοχή της Ελλάδας σε τέτοια προγράμματα δημιουργεί θέσεις εργασίας για νέους επιστήμονες, οι οποίοι τελικά δεν χρειάζεται να μεταναστεύσουν για να αξιοποιήσουν τα προσόντα τους, ενώ δημιουργεί ευκαιρίες για υψηλά καταρτισμένους Ελληνες επιστήμονες του εξωτερικού που θέλουν να επιστρέψουν και να συνεχίσουν να αξιοποιούν τις δεξιότητές τους σε τεχνολογίες αιχμής στην Ελλάδα. Επίσης, ενθαρρύνεται η δημιουργία startups και τεχνοβλαστών στη χώρα μας», επισημαίνει ο Βασίλης Παπαευσταθίου, ο οποίος ήταν μεταδιδακτορικός ερευνητής στο τμήμα μηχανικής υπολογιστών του Πανεπιστημίου Τσάλμερς, στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας και αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα το 2017.
Συνεισφορά στα έργα EuroHPC έχει και ο Νίκος Χρυσός, ο οποίος είναι επιστημονικός υπεύθυνος στο ΙΤΕ για το πρόγραμμα Red-Sea. «To Red-Sea ασχολείται με δίκτυα διασύνδεσης υπερυπολογιστών, δηλαδή με το πώς θα ενώσουμε αποδοτικά πάρα πολλούς επεξεργαστές (“υπολογιστές”) ώστε να μπορούν μαζί να λύσουν ορισμένα πάρα πολύ δύσκολα προβλήματα, όπως για παράδειγμα η πρόβλεψη του καιρού. Στόχος του Red-Sea είναι να δημιουργήσει στην Ευρώπη νέα τεχνογνωσία πάνω σε δίκτυα διασύνδεσης υπερυπολογιστών, να εξελίξει σχετικά ευρωπαϊκά προϊόντα, όπως είναι το BXI της Atos που είναι ο συντονιστής του προγράμματος και να αξιοποιήσει αποτελέσματα από προηγούμενα ευρωπαϊκά προγράμματα, όπως το ExaNeSt, το οποίο συντόνισε το ΙΤΕ στο διάστημα 2015-2019», εξηγεί. «Νομίζω πως ο κεντρικός ρόλος του ΙΤΕ στο Red-Sea μπορεί να βοηθήσει στη συμμετοχή της Ελλάδας σε μελλοντικά ευρωπαϊκά προγράμματα καθώς και σε επενδύσεις σε σχετικές τεχνολογίες», τονίζει ο ίδιος, ο οποίος επέστρεψε στην Ελλάδα το 2014, έχοντας δουλέψει στην ΙΒΜ στη Zυρίχη για 5 χρόνια.