Ήταν 1955 όταν στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, η Ρόζα Παρκς γυρνούσε σπίτι της μετά από τη δουλειά της. Ήταν μια μοδίστρα που εκείνη τη μέρα χωρίς να το φανταστεί ποτέ, θα ξεκινούσε το “ξήλωμα” του ρατσισμού.
Εκείνη τη μέρα θα ξεκινούσε μια απίστευτη περιπέτεια για εκείνη που θα την οδηγούσε να γίνει η πρώτη “Μητέρα του σύγχρονου κινήματος πολιτικών δικαιωμάτων”. Μπήκε λοιπόν στο λεωφορείο και έκατσε στις πίσω θέσεις όπως έπρεπε μιας και ήταν έγχρωμη – τότε ο νόμος της πολιτικής φυλετικού διαχωρισμού των ΗΠΑ απαιτούσε από τους έγχρωμους πολίτες να κάθονται στο πίσω μέρος του λεωφορείου και να παραχωρούν τη θέση τους στους λευκούς.
Τρεις στάσεις μετά, ανέβηκαν μερικοί λευκοί. Όταν ο οδηγός είδε ότι ένας απ’ τους λευκούς είχε μείνει χωρίς θέση, απαίτησε απ’ τους μαύρους, που βρίσκονταν εκεί, να σηκωθούν.
Η Ρόζα όμως δεν σηκώθηκε. Τότε ο οδηγός, κάλεσε την αστυνομία, και η Παρκς κατέβηκε απ’ το λεωφορείο βίαια, με τη συνοδεία δύο αστυνομικών, οδηγήθηκε στο κρατητήριο για παραβίαση των νόμων περί φυλετικού διαχωρισμού, και ευτυχώς αφέθηκε ελεύθερη την επόμενη μέρα, αφού ο φίλος της, Έντγκαρ Νίξον, πλήρωσε την εγγύηση.
Τέσσερις μέρες μετά, στη δίκη της, κρίθηκε ένοχη και της επιβλήθηκε πρόστιμο 14 δολαρίων. Έκανε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. και την ίδια μέρα, όλοι οι Αφροαμερικάνοι του Μοντγκόμερι, αποφάσισαν να μποϊκοτάρουν τα λεωφορεία ξεκινώντας ένα τεράστιο κίνημα κατά του φυλετικού διαχωρισμού – το μποϋκοτάζ κράτησε 381 μέρες και από εκεί ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα ένας από τους διοργανωτές του κινήματος αυτού, ονόματι Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Το σύστημα μεταφορών γονάτισε οικονομικά γιατί το μποϋκοτάζ των μαύρων επιβατών έκανε μεγάλη ζημιά στα έσοδα των λεοφωρείων – κόπηκαν δρομολόγια και ανέβηκαν οι τιμές των εισιτηρίων. Τι κι αν δέχονταν απειλητικά τηλεφωνήματα, τι κι αν διέλυαν τα σπίτια τους, τι κι αν τους έδιναν πρόστιμα για ανύπαρκτες παραβιάσεις, η μαύρη κοινότητα δεν αντέδρασε. Επέμεινε στο στόχο της. Στην ισότητα.
Εκείνο το απόγευμα, ο Κινγκ έβγαλε ένα απ’ τους πρώτους λόγους του, που θα τον έκαναν μία απ’ τις πιο ηρωικές φιγούρες της ιστορίας. Είπε: “Έρχεται κάποια στιγμή, που οι άνθρωποι κουράζονται. Είμαστε εδώ αυτό το απόγευμα για να πούμε σε όλους αυτούς, που μας κακομεταχειρίζονται τόσο καιρό, ότι έχουμε κουραστεί. Έχουμε κουραστεί από τον διαχωρισμό, την ταπείνωση, τον ξυλοδαρμό της καταπίεσης”. Στο τέλος της ομιλίας του ζήτησε να μην υπάρξει ούτε ίχνος βίας εναντίον των λευκών. Κι έτσι έγινε.
Στις 30 Ιανουαρίου του 1956 εξερράγη βόμβα στο σπίτι του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Μέσα ήταν η γυναίκα και η κόρη του, οι οποίες δεν έπαθαν τίποτα. Ένα τεράστιο, εξαγριωμένο πλήθος, συγκεντρώθηκε έξω απ’ το σπίτι του Κινγκ, ο οποίος τους ζητούσε να κάνουν υπομονή και να μην προκαλέσουν βίαια επεισόδια.
Έναν χρόνο μετά, δηλαδή το 1956, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι νόμοι φυλετικού διαχωρισμού στο Μοντγκόμερι ήταν αντισυνταγματικοί.
Η Ρόζα και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ παρέα με τον Έντγκαρ Νίξον ανέβηκαν στο λεοφωρείο και η Ρόζα έκατσε τέρμα μπροστά, δίπλα σχεδόν στον οδηγό.
Στην αυτοβιογραφία της έγραψε: «Όλοι λένε ότι δεν άφησα τη θέση μου, επειδή ήμουν κουρασμένη, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν ήμουν κουρασμένη σωματικά (…) είχα κουραστεί να υποχωρώ…»
Το 1996 της απονεμήθηκε το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας. Το 1999 τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου για τον αγώνα της κατά του ρατσισμού. Είναι η πρώτη γυναίκα της οποίας η σορός εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στη Ροτόντα του Καπιτωλίου.