Γράφει η Μαριάμ Πολυγένη

Καρδιές φοβισμένες παντού. Το μεγάλο μου παράπονο…

Πρόσεξες; «Καρδιές» είπα. Ούτε άνθρωποι, ούτε μυαλά, ούτε κάτι άλλο. Καρδιές! Αυτές είναι που νιώθουν τα πολλά κι αυτές που φοβούνται και πιο πολύ. Γιατί αυτές κουβαλούν τις πληγές. Σε αυτές έχουν χαραχτεί αυτά τα βαθιά σημάδια από κάθε αποτυχημένο «μαζί» κι από κάθε λάθος ερμηνεία των χτύπων τους.

Και μη βιαστείς να κατηγορήσεις τους άλλους. Εσύ κι εγώ είμαστε οι πρώτοι που δεν ερμηνεύσαμε σωστά τους χτύπους αυτούς. Τις ακούμε να χτυπάνε ακούραστες, αλλά είναι που δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Είναι τόσο κουρασμένες  από τις «δοκιμασίες» που καλούνται να επιβιώσουν κάθε φορά κι αυτοί που τις υποβάλλαμε σε αυτές ήμασταν εμείς. Εμείς πρώτοι και μετά όλοι οι άλλοι…

«Όσο πιο πολύ την ξοδεύεις την αγάπη σου τόση περισσότερη θα έχεις»  μας είπανε και βαλθήκαμε να το κάνουμε πράξη σαν άλλοι σουπερήρωες. Εκείνοι με τη δυνατή καρδιά, με αυτή που αντέχει τα πάντα. Έλα όμως που δεν τα αντέχει. Ακούει το «από αγάπη ποτέ κανείς δεν πέθανε» και θέλει να μας φωνάξει δυνατά πως υπάρχει κι ο συναισθηματικός θάνατος. Εκείνος που μπορεί μεν να ζεις ακόμη αλλά νιώθεις ακριβώς όπως κάποιος που χάθηκε για πάντα. Κενός!

Αλλά αυτό το ξέρεις ήδη ε; Έδωσες πολλές ευκαιρίες σε ανθρώπους να γεμίσουν αυτό το κενό. Βρέθηκες δίπλα τους με την ελπίδα να ‘ναι αυτοί που θα καλύψουν κάθε έλλειψη κι αντί να «γεμίσουν» τα κενά, σε άφησαν πιο άδειο από ποτέ. Και το κακό δεν είναι που συνέβη, αλλά που το επιτρέπεις να επαναλαμβάνεται. Ξανά και ξανά…

Και μια μέρα, αφήνεις μετά από καιρό τα δάκρυά σου να φανούν. Σ’ εσένα, εννοείται μόνο σε σένα. Στις μοναχικές σου στιγμές μόνο βγαίνουν τα παράπονά σου. Νιώθεις η ζωή να σ’ έχει αδικήσει, κανείς να μη σε αγάπησε αληθινά και μόνο τα δικά σου όνειρα να  μην εκπληρώθηκαν ποτέ.

Και κάπου εκεί, σαν ν’ άκουσες ξανά την καρδιά σου να σου φωνάζει « η επόμενη φορά θα πετύχει!». Μόνο που εκείνη, εννοεί τη φορά που δε θ’ αφήσεις τον φόβο ή την ανάγκη να κυριαρχήσει. Εκείνη τη φορά που θα βρεθείς μπροστά σε κάτι αληθινό κι όχι απαραίτητα εντυπωσιακό και θ’ αποφασίσεις πως πιο πολύ το επιθυμείς παρά το φοβάσαι.  Γιατί ο φόβος είναι το μόνο εμπόδιο στη ζωή.  Αυτός σε κρατά μακριά απ’ όσα θα ήθελες να ζήσεις.

Ο Ρίλκε, έλεγε πως «Οι βαθύτεροι φόβοι μας είναι σαν τους δράκους που φυλάνε το πολυτιμότερο αγαθό», οπότε για να φτάσεις σ’ εκείνο πρέπει να τους αντιμετωπίσεις. Να τους κοιτάξεις κατάματα και να κρατήσεις για σένα μόνο την επιθυμία, τίποτα άλλο. Το επιθυμείς έτσι δεν είναι; Αν ναι, ξόρκισέ τους  δράκους.  Αυτό που νομίζεις πως για έναν άνθρωπο δεν μπορείς να κάνεις, κάνε το! Αυτό που φοβάσαι, σου δείχνει ξεκάθαρα ποιο θα πρέπει να είναι το επόμενο βήμα σου, τι σε κρατάει μακριά από αυτό που επιθυμείς. Είναι αυτός ο φόβος τελικά που σου στερεί ό,τι τόσο καιρό περιμένεις. Αυτός χαράζει την καρδιά μας κι όχι όσα κάνουμε για να τον αποφύγουμε. Την αιτία πρέπει να πολεμάς κι όχι το σύμπτωμα. 

Γιατί χάρη σε αυτόν περιόρισες τα κριτήρια των επιλογών σου. Χάρη σε αυτόν επηρεάζεται η κρίση σου, τροποποίησες κάθε σου «θέλω» και προσάρμοσες έτσι τις σκέψεις σου ώστε να μην ξυπνάνε τον δράκο. Τον δράκο του δικού σου παραμυθιού. Αυτόν που εσύ τοποθέτησες εκεί κι η ανάσα του βγάζει κάθε φορά φωτιές, επειδή είσαι μόλις μια απόφαση μακριά από το να τις σβήσεις για πάντα.

Να κατανοήσεις πως η μόνη επίδραση του φόβου πάνω σου είναι η γνώση σου γι’ αυτόν και ν’ αποφασίσεις πως θα πάψεις πια να χαρίζεις στους φόβους σου όσα σου αξίζουν. Γιατί αγαπημένε αναγνώστη το να μην πονάει και θλίβεται η καρδιά μας δεν είναι κάτι που θα έπρεπε να κερδίζουμε ή να κατορθώνουμε. Την αληθινή αγάπη σε κάθε μας σχέση δε θα έπρεπε να τη ζητάμε από το σύμπαν ή τον Θεό. Να ζητήσεις τι; Να σου δοθεί το αυτονόητο; Αυτό που κάθε άνθρωπος πάνω σε αυτόν τον πλανήτη θα έπρεπε να έχει;

Το να ζητάς κάτι που θα σε βλάψει έχει επικινδυνότητα, το να ζητάς αυτό που θα σε αλλάξει ριζικά ως προς το καλύτερο, ποιος Θεός και ποιο σύμπαν μπορεί να στο αρνηθεί;

Εσύ είσαι αυτός που το αρνείσαι στον εαυτό σου.

Ταΐζοντας εκείνον τον δράκο συνέχεια. Εκείνον που άμα του φωνάξεις «πιο πολύ το επιθυμώ , παρά το φοβάμαι και μια μέρα θα στο αποδείξω» δε θα ‘βρει φλόγα να σε πολεμήσει ξανά.

Ναι, ξέρω! Το κάνω ν’ ακούγεται εύκολο ενώ δεν είναι.

Δεν είναι λες;