Γράφει η Μαριάμ Πολυγένη
Θάρρος ή αλήθεια;
Από μικρή θυμάμαι να με ρωτούν και να ρωτώ αυτή τη φράση. Δεν είναι τυχαίο που το παιχνίδι αυτό ήταν από τα αγαπημένα μας. Αρκούσε μία γύρα στην παρέα κι όλα άλλαζαν! Γινόμασταν μάρτυρες μιας μεγάλης αλήθειας του καθένα ή μιας γενναίας πράξης και τίποτε δεν ήταν ίδιο μετά. Κάποιος θα κοκκίνιζε, άλλος θα έμενε έκπληκτος, κάποιος άλλος θα θύμωνε κι υπήρχαν κι εκείνοι που μέσα τους αναφωνούσαν «Το ‘ξερα!» κάθε φορά που μια απάντηση επιβεβαίωνε τις υποψίες τους για κάτι.
Νομίζω πως ποτέ μου δε διάλεξα το «θάρρος». Έβρισκα πάντα το όνομα του παιχνιδιού κουτό. Για μένα ο πιο θαρραλέος θα ‘ναι πάντα αυτός που δε φοβάται να πει την αλήθεια. Στα παιχνίδια, στη ζωή, στους άλλους. Κι οι πιο δειλοί οι «τσουνιάρηδες». Από αυτούς δε χαλάει πάντα το «παιχνίδι»;
Φυσικά και δε μιλάμε για ένα αθώο παιχνίδι τόση ώρα αλλά για τη ζωή την ίδια. Για τη στάση που επιλέγεις να κρατήσεις απέναντί της. Αληθινός ή κάλπικος; Κάτι μου λέει πως όλοι με τον αληθινό θα ταυτιστούμε αλλά αν είναι έτσι, τότε, σε ποιον ανήκουν όλες αυτές οι ψεύτικες συμπεριφορές εκεί έξω; Γιατί συναντάμε τον αληθινό εαυτό των ανθρώπων μετά από καιρό ή αν είμαστε άτυχοι μπορεί και ποτέ;
Τι είναι αυτό που δυσκολεύει όλους μας να είμαστε αληθινοί; Να είναι άραγε ο φόβος πως δε θα μας αποδεχτούν οι άλλοι ή ο φόβος του να μη φανεί αυτό που πραγματικά νιώθουμε ή είμαστε, γιατί ποτέ δε μας αποδεχτήκαμε οι ίδιοι; Ν’ ακολουθήσαμε λες το παράδειγμα των άλλων και να γίναμε θύματα συμπεριφορών της πλειοψηφίας; Εκείνης που κρύβει τις αδυναμίες παίζοντας τον ρόλο του ισχυρού και τις ευαισθησίες παίζοντας τον ρόλο του αδιάφορου.
Άμα θες κάποιον πολύ να μην του το δείχνεις έμαθες, αν νιώθεις αδύναμος να μην το παραδέχεσαι γιατί θα σε «πατήσουν» κι άλλο σου είπανε κι αν τύχει και μοιραστείς τα μυστικά σου με κάποιον, μια μέρα θα τα χρησιμοποιήσουν εναντίον σου, είναι βέβαιο. Η ειρωνεία είναι πως όλα τα παραπάνω είναι μεγάλες αλήθειες. Μεγάλες αλήθειες σ’ έναν κόσμο υποκριτή. Απίστευτο;
Ένας κόσμος που αναγκάζει ακόμη και τους πιο αληθινούς να υποκριθούν για να συνεχίσουν να ζούνε τις αλήθειες τους. Να λέμε ψέματα για ν’ αποφύγουμε εξόδους, συναντήσεις και συζητήσεις όπου θ’ αφιερώνουμε χρόνο ατέλειωτο για να εξελίσσονται οι καλύτερες παραστάσεις υποκριτικής ever. Και το χειρότερο απ’ όλα, εκείνο για το οποίο θα έπρεπε να μας θυμώνουμε, είναι το ότι αν τύχει και δεν μπορέσουμε να αποφύγουμε τέτοιες συναντήσεις γινόμαστε κι εμείς μέρος της «παράστασης» ξέροντας πως γινόμαστε ίδιοι με αυτούς, με εκείνους που φοβούνται ν’ αντιμετωπίσουν την αλήθεια. Πρώτα τη δική τους και μετά τη δική μας…
Όσοι υποκρίνονται αγνοούν πως τους πραγματικά ειλικρινείς ανθρώπους δεν τους πείθεις με τίποτα. Όσο εξαιρετικά κι αν υποκριθούν το αντίθετο απ’ όσα νιώθουν ή είναι, μπορεί στιγμιαία να πείσουν το μυαλό μας αλλά όχι την καρδιά μας. Οι καρδιές των αληθινών ψυχών πληροφορούνται την αλήθεια από μόνες τους. Ακούνε την κάθε σου φράση κι αμέσως γνωρίζουν αν είναι αλήθεια ή όχι. Όταν μιλάς για όσα πραγματικά έχεις ζήσει, για όσα σε άγγιξαν κι όσα είσαι, μιλάς διαφορετικά. Όλοι το ξέρουν αυτό!
Μας πείθει μόνο η αλήθεια. Είναι έτσι φτιαγμένη η ανθρώπινη ψυχή, να πείθεται μόνο απ’ όσα υπάρχουν μέσα σε αυτή κι όχι απ’ όσα εσύ κατασκεύασες. Αν είσαι ευγενής θα το νιώσουμε ακόμη κι αν σε δούμε φουλ εκνευρισμένο, αν είσαι δυνατός θα το νιώσουμε ακόμη κι αν σε αντικρίσουμε στην πιο ευάλωτη στιγμή σου κι αν μας αγαπάς θα το εισπράττουμε ακόμη κι αν μας διασύρεις παντού.
Φυσικά κι υπάρχουν κι εκείνοι που κατάφεραν οι ψεύτικες συμπεριφορές να τους αλλάξουν γνώμη κι εικόνα για εσένα, αλλά είναι σαν εκείνη τη φράση που έλεγαν οι παλιότεροι. «Τα μάγια πιάνουν σε όσους τα επιθυμούν», σε όσους φοβούνται ν’ αντιμετωπίσουν την αλήθεια, να τη δεχθούν, να την αποδεχθούν. Αν δεν τους συμφέρει, σπάνια την αποδέχονται. Κι όσοι δεν την αποδέχονται καθυστερούν την εξέλιξή τους. Πώς να εξελιχθείς βουτηγμένος μες στο ψέμα, το δικό σου και των άλλων;
Το φως της αλήθειας είναι τόσο δυνατό που κάνει πολλούς να θέλουν να κρυφτούν στον ίσκιο της, γιατί για να τη σκορπάς ή να την αντιμετωπίζεις πρέπει να έχεις γερό στομάχι. Είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι θα σε δεχτούν αληθινό. Ο αληθινός εαυτός σου χτυπά δυνατά κι αλύπητα την ψεύτικη τελειομανία των άλλων και τους ξεβολεύει από τις άνετες μπροστινές θέσεις της αδιάφορης για εμάς «παράστασης» τους.
Το γέλιο, το δάκρυ σου, ο θυμός, ακόμη κι οι στιγμές ξεφτίλας που επιλέγεις με αλήθεια να μοιράζεσαι τη στιγμή ακριβώς που σου συμβαίνουν και δεν τα κρύβεις πίσω από ψεύτικα χαμόγελα κι υποκριτικές φράσεις, ενοχλούν μόνο όσους δεν αξίζει να τους αφιερώνεις τον χρόνο σου. Ίσως τους ενοχλεί που εσύ δε φοβήθηκες ν’ αφήσεις τις αλήθειες σου να φανούν, ενώ εκείνοι δεν το κατάφεραν ποτέ.
Όπως και να ‘χει, εσύ μην αφήσεις δάκρυ να δημιουργήσει στο μάγουλο γραμμή για όσους δε μοιράστηκαν μαζί σου τ’ αληθινά τους. Κράτα το δάκρυ σου για εκείνους που ξέρουν πως είναι να κάνεις λάθη, ν’ ακολουθείς ένα πάθος, να έχεις έναν στόχο που ίσως και να μην κατακτήσεις ποτέ, ν’ αγαπάς κάποιον που δε θέλει ν’ αγαπηθεί από εσένα, να πιστεύεις σε κάτι που μόνο εσύ αναγνωρίζεις την αξία του και να έχεις τα κότσια ν’ αναθεωρείς όλα τα παραπάνω όποτε σου καπνίσει. Να βάζεις φωτιά στον κόσμο σου κάθε φορά που το επιθυμείς και να δημιουργείς από την αρχή έναν άλλον που καμία σχέση δεν είχε με τον προηγούμενο και δεν πειράζει κιόλας, γιατί δε θα δώσεις λογαριασμό σε κανέναν άλλον παρά μόνο σ’ εσένα.
Κράτα λοιπόν την αλήθεια σου για εκείνους που καταλαβαίνουν, τους αληθινούς. Είναι οι πιο γαμάτοι απ’ όλους…